''ΓΑΜΑΤΕ ΓΙΑΤΙ ΧΑΝΟΜΑΣΤΕ''
Πάτησες τα 64 με γκάζια και με τον νέο χρόνο μας... κούνησες το μαντήλι έτσι ξαφνικά, γιατί τέτοιος ήσουν πάντα. Ήθελες να μας ξαφνιάζεις, όχι για το εφέ του ξαφνιάσματος, αλλά για να μας ξυπνήσεις από τον ύπνο της ρουτίνας. Της καθημερινότητας που σε αυτό το μπουρδέλο, όπως συνήθιζες να λες για τον κόσμο και την κοινωνία μας, μας ''ρουφούσε'' το αίμα κι αν ήταν μόνο το αίμα, θα ήταν καλά, μας έπαιρνε το μυαλό, την ενέργεια, την ανθρωπιά, την αγάπη. Τζιμάκο, ήσουν αλάνι, από την αρχή ως το τέλος. Ήσουν αλάνι χωρίς να προσπαθείς να είσαι κι αυτό λέει πολλά.
Μας έλεγες την αλήθεια κατάμουτρα χωρίς φόβο αλλά με περίσσιο πάθος. Μας την βροντοφώναζες μέσα από ''ενέσεις γέλιου''. Να πονέσει αυτή η αλήθεια, όχι όμως, να σκοτώσει... 64 χρόνων στην ανθρώπινη ηλικία, μα στη ψυχή παιδί 5 ετών και στο μυαλό Μαθουσάλας. Έβλεπες μπροστά, σκιαγραφούσες τις πραγματικότητες μας καλύτερα από τον καθένα. Έλεγες όσα δεν είχαμε προλάβει εμείς οι άλλοι, ακόμη να σκεφτούμε.
Ήσουν μια κατηγορία μόνος σου, Τζιμάκο. Αυτή η μία κατηγορία που είτε την καταλαβαίναμε, είτε όχι, θέλαμε ενδόμυχα τόσο πολύ να της μοιάσουμε. Να ανήκουμε κι εμείς σε αυτήν, βρε αδελφέ. Ο Σωκράτης Μάλαμας είπε για τις δηλητηριώδεις απόψεις σου, αλλά βρε Τζιμάκο, ποιο δηλητήριο έχει τόση πολύ αγάπη μέσα του που μπορεί να σε σκοτώσει; Γιατί εσύ, αγαπούσες, γι'αυτό και έλεγες τις αλήθειες αυτές, γιατί όποιος αγαπάει τον άνθρωπο πραγματικά, τον θέλει καλύτερο. Κι εσύ μια τέτοια κοινωνία ανθρώπων είχες φανταστεί, καλύτερη.
Το δικό σου... δηλητήριο λοιπόν, είναι η απάντηση. Αυτό που δηλητηριάζει μόνο τα νοσηρά μυαλά και τις ψεύτικες ιδέες.
Ο Φοίβος ο Δεληβοριάς πάλι, μίλησε για την ''γλωσσική χειρουργική'' σου κι είχε δίκιο. Χειριζόσουν τη γλώσσα σαν επιδέξιος χειρούργος που έδειχνε στο ακροατήριο του, εμάς, πως η γλώσσα κόκκαλα δεν έχει, αλλά μπορεί να τα τσακίσει. Αλλά να μη τη φοβάσαι τη γλώσσα, όταν λέει την αλήθεια. Ακόμη κι αν σε έχει τσακίσει, θα σε βγάλει πιο δυνατό στο τέλος.
''Πήγα για τρίτη φορά στον άλλον κόσμο και δεν μου άρεσε καθόλου. Χωρίς σκηνικά, απέραντη μοναξιά και μύριζε αλβανική φούντα. Κάθισα ένα τέταρτο και όπου φύγει φύγει πίσω στο μπουρδέλο. Σε καμιά δεκαριά μέρες επιστρέφω στις πίστες''
Βρε Τζιμάκο, τώρα που είσαι σε αυτόν τον άλλον κόσμο θα έχεις μια αιωνιότητα να τον αλλάξεις, όπως προσπάθησες να αλλάξεις κι ετούτον εδώ. Να φτιάξεις δικα σου σκηνικά, να γεμίσεις την μοναξιά αυτή με γέλια, να τον μετατρέψεις σ ένα άλλο μπουρδέλο. Ωραίο μπουρδέλο. Η φούντα δεν σου χρειάζεται. Δε σου χρειάστηκε ποτέ. Πήγαινες εκεί που ήθελες, δηλαδή παντού, με το μυαλό, το χιούμορ και την ατάκα σου.
''Θέλω να γίνω άμα μεγαλώσω, πρώτα νοσοκόμα και μετά ''περσόνα νον ντάντα''. Εμείς, ντανταϊστές γεννηθήκαμε και ντανταϊστές θα πεθάνουμε. Η νταντά της παιδικής μου φαντασίωσης ήτανε αφράτη και στρουμπουλή, μου έφτιαχνε την αγαπημένη μου τούρτα με φράουλες και αίμα, και μου τραγούδαγε την φθινοπωρινή σονάτα, όταν ακουμπούσα το κεφάλι μου στα μαξιλαρένια βυζιά της. Αυτή μου έμαθε την απλή μέθοδο των τριών Ιεραρχών που κουβαλάνε οι τρεις μάγισσες με τα δώρα: Τον χρόνο, την τέχνη και τον θάνατο. Με δίδαξε την μεταβατική ιδιότητα της αγάπης που δεν την κρατάς για πάρτη σου, τη μοιράζεις και απολαμβάνεις τη μοναξιά σου''
Ένα μικρό απόσπασμα από το βιβλίο του Τζίμη Πανούση με τίτλο '' Ο Τυφώνας Τζέφρι''.
Και τι μένει τελικά; Ένα ''Γαμάτε γιατί χανόμαστε''. Σας ακούγεται χυδαίο αλλά είναι ότι πιο αγαπησιάρικο μπορεί να ειπωθεί. Γιατί όταν γαμάτε, αγαπιέστε, αγκαλιάζεστε, φιλιέστε, ερωτεύεστε. Είστε εσείς, ένας γυμνός άνθρωπος, όπως σας γέννησε η μάνα σας, κι ένας άλλος που για λίγα λεπτά έστω, παύει να είναι ξένος.
Σταματήστε πια να είστε σεμνότυφοι και δυσκοίλιοι. Κάντε το για το Τζίμη, κάντε το για εσάς.
Καλό ταξίδι Τζίμη μας!
Της Ανδριάνας Βούτου
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου